Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2020

Κυπριακά

Είμαι Κύπρο για διακοπές τζαι η αναλαμπή για τούτο το ποστ ήρτεν μου προχτές μετά που εσυναντήθηκα με φίλη αγαπημένη στη Λευκωσία. 

Εχαρατζίστηκα να φκω της πόλης τζαι εβρέθηκα μέσα σε κάτι δάση στο Γέρι όπου έκαμα μιαν απίστευτα παράνομη επαναστροφή, μετά έστριψα λάθος που ένα διχάλι τζαι αντί να φκω πας το χάι γουέι για Λεμεσό, επήεννα επήεννα χαζίρι να πάω Τζερύνεια να έβρω έξοδο να στραφώ. Εν έσιει σημμασία σε πόσες χώρες εταξίδεψα, στη Λευκωσία πάντα θα χάνομαι. 

Μόλις ήβρα τον δρόμο που αναγνώρισα ότι ήταν ο σωστός τζαι έξερα πού ήμουν τζαι πού επήεννα, αναφώνησα αλληλούια, έβαλα ράδιο τζαι άρκεψα να τραγουδώ παρέα με μουσική που είχα να ακούσω χρόνια. Εσκέφτουμουν ό,τι εν πολλά σπάνιο τούτο, να είμαι τέλλια μόνη μου μες τες σκοτεινιές στη μέση του πουθενά, τζαι ας μεν φοηθώ, ας το απολαύσω. 

Μόλις εκόντεψα της Λεμεσού τζαι άρκεψα να χαλαρώνω τραγουδώντας με πάθος Αλκίνοο, επετάχτηκε μπροστά μου ένας κάττος. Επάτησα τα στόπερ τζαι μετά εκοίταξα να δω πόσο πίσω ήταν το που πίσω αυτοκίνητο (ήσουν μακριά, αλλά όσο βρισίδι τζαι να μου έδωσες, αξίζει μου). Ο κάττος επήε πανικοβλημένος ως τη μέση του δρόμου, άλλαξε γνώμη τζαι εστράφηκε ξανά βουρητός που ποτζεί που ήρτε, εγλύτωσεν την. Εγώ χαζίρι να μείνω στον τόπο που τον φόο μου. 

Επήα σπίτι τζαι την ώρα που έκαμνα την βραδινή μου περιποίηση, κρεμούες για τες ρυτίδες, εκατάλαβα γιατί εν μου αρέσκει η Κύπρος. Υπενθυμίζει μου συνέχεια την θνητότητα μου (μας). 

Η οφκιερκά, η σκοτεινιασούρα, η απόλυτη μοναξιά του να οδηγείς στη Κακορατζιά μες τη μαύρη νύχτα μόνη σου, ο πολλής ελεύθερος χρόνος, οι συγγενείς με θέματα σμολ τολκ θανατικά τζαι τραγωδίες, αναμνήσεις που μιαν περασμένη ζωή που την οποία ακόμα έχω τραύματα, η αίσθηση όποτε έρκουμαι Κύπρο ότι τελικά αλώπως επέλλανα τζαι εν τζαι ζω στο εξωτερικό, εν σε κανένα ίδρυμα που με έχουν κλεισμένη τζαι φκάλλουν με κάθε λλίους μήνες έξω. 

Εν τζαι σημαίνει ότι εν έχω τα ψυχολογικά μου στη μικρή μας πόλη, απλά εν έχω τον χρόνο να τα θυμούμαι τζαι να τα επεξεργάζομαι. Ο χρόνος μοιάζει διαφορετικός τζει κάτω, τα ατελείωτα απογεύματα στη βεράντα με φραπέ εν κάτι που περνά σε μιαν ώρα, όι δέκα κυπριακές.
 

Σημείωση: έγραψα τούτο το ποστ τη τελευταία φορά που ήμουν Κύπρο πριν από ένα χρόνο αλλά εν έβρισκα πώς να το κλείσω. Τωρά που με επιάσαν οι νοικοτζυροσύνες μου τζαι καθαρίζω τα ντραφτς μου, αποφάσισα πως ήρτεν η ώρα του. Με το νέο λόκντάουν τζαι τον πολλή ελεύθερο χρόνο, ο χρόνος ακόμα εν έφτασε να εν τόσο βαρύς όσο στη Κύπρο. Ελπίζω να μεν γινεί, για να μεν στραφούν τζαι τα ψυχολογικά.