Έχω να πάω κάπου... σε μια κοινωνική υποχρέωση σε ένα σπίτι. Από αυτά τα σπίτια που οι γυναίκες ξυπνάνε γύρω στις 9, φτιάχνουν φραπέ, ανάβουν τσιγάρο, κάθονται στον καναπέ και κάνουν λυσσαλέο ζάπινγκ μέχρι το απόγευμα. Στο ενδιάμεσο θα μαγειρέψουν πατάτες τηανητές με τ' αυκά, θα ψευτοπλύνουν κανένα πιάτο, θα πιούν άπειρους καφέδες και θα φάνε κέηκ γεωγραφίας με τις γειτόνισσες σχολιάζοντας τις συνταγές τους και οτιδήποτε με δύο πόδια μπει στο στόχαστρο τους.
Στη συνέχεια θα σχολάσει ο άντρας τους από τη δουλειά, θα τσακωθούν μαζί του γιατί δεν θέλει να πάει για καφέ στη κουμέρα να γνωρίσουν τον καινούργιο της γκόμενο, θα πάνε δίπλα στη μάνα τους να γκρινιάξουν για τον αχαϊρευτο και μετά θα κάτσουν στη τηλεόραση να δουν τη Πανσέληνο, γιατί είναι πολύ μάγκας ο νυχτερίδας.
Σε ένα τέτοιο σπίτι έχω να πάω επειδή τους φίλους τους διαλέγουμε ενώ τους συγγενείς δυστυχώς όχι. Και επειδή κάθε φορά συμβαίνει το ίδιο πράγμα, πρέπει να προετοιμαστώ για:
επίθεση από όλα τα μούλικα πασαλειμμένα με άνοστα γλυκίσματα που θα θέλουν να ανοίξουν τη τσάντα μου / σπάσουν το κινητό μου / τραβήξουν τα μαλλιά μου.
εκδηλώσεις υπερβολικής αγάπης με ατάκες "χαθήκαμε, να έρχεσε, γιατί δεν έρχεσε;"
συζητήσεις που περιλαμβάνουν όλη την επικαιρότητα των κουτσομπολίστικων εκπομπών, αν είναι φυσική ξανθιά η Μενεγάκη, τι έγινε στο τελευταίο X Factor, τι κούκλος που είναι ο Ρουβάς και πως ο Πανίκος της Ππινούς απάτησε την Ππινού με την σριλανκεζούα που ξεσκατίζει τη γιαγιά.
και το κλασικό: να κάθομαι στη πιο άβολη καρέκλα, γύρω γύρω όλες οι γειτόνισσες / φιλενάδες να με κοιτάνε από πάνω μέχρι κάτω αμίλητες και να προσπαθούν να απομνημονεύσουν τι φοράω και τι είπα για να έχουν θέμα για την ώρα του καφέ την επόμενη μέρα.
Το καλό είναι που η γνώμη αυτού του είδους των ανθρώπων για μένα μου είναι εντελώς αδιάφορη. Το κακό είναι που πρέπει να τους υποστώ...